Α. ΠΡΟΒΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΑ

Α. ΠΡΟΒΙΑΣ ΚΑΙ ΣΙΑ

Topos Real Estate

Topos Real Estate

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΒΟΡΕΙΕΣ ΣΠΟΡΑΔΕΣ | facebook.com | youtube

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΤΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΤΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 19 Ιουλίου 2022

Τ’ ακορντεόν

Τρελαίνομαι να παρακολουθώ τηλεοπτικά παιχνίδια.
Αυτά που τα λένε «γνώσεων».
Τα βλέπω, συμμετέχω φωνάζοντας καμιά φορά πρώτη τις απαντήσεις.
Το στιγμιότυπο τραβήχτηκε στον θερινό
 Σινεμά Ορφέας, τότε που λειτουργούσε
ως μουσικό σχολείο
Τις πιο πολλές, όμως, φορές ακούω και μαθαίνω.
Προχθές έτσι όπως έβλεπα τρεις νέους φοιτητές να απαντούν αβίαστα για τόσα που δεν ξέρω, πολύ στεναχωρήθηκα που χάσανε το χρήμα για μια μόνο ερώτηση.
«Τι είναι η καβαλίνα;».
Τους έκανα νοήματα και μούντζες για φινάλε, γιατί και οι τρεις το ’χανε πει, πως είναι από επαρχία.
Δεν ζουν γαϊδούρια, σκέφτηκα, δεν ζουν γαϊδούρια τώρα πια στα ελληνικά χωριά;
Εγώ ακόμα περπατώ πολύ προσεκτικά, σα να ακούω την μάνα μου, σαν έβαζα λουστρίνια. «Κοίτα να πέσεις πάλι απάν’ σε καμιά καβαλίνα».
Δεν θέλω πάλι σήμερα να κάνω θεωρίες, πως τα παιδιά μας δε μαθαίνουνε σωστά Ελληνικά και ότι όσα αφήνει στο διάβα του ο γάιδαρος, η μύγα, η γίδα και το άλογο, η κότα, η αγελάδα, τ’ αποδημητικά και ο άνθρωπος ακόμα, τα λεν όλα «κακά».
Θαρρώ όμως…

Η γενιά μας μίλαγε καλά Ελληνικά.
-Άφησες τ’ γίδα αμουλαρτή και μπήκε μες στο κτήμα μ’;
-Πού το’ μαθες μαθές;
-Να τες οι βιρβιλιές.
Για κείνα τα κουτσομπολιά που’ λεγε η μια στην άλλη
-Τι ήθελε και μας κάλαγε η τσιφούτα σε τραπέζ;
-Δε φάγατε καλά;
-Μπααα στο πιάτο μια κουτσλιά.
Για όποιον δεν χωνεύανε, δεν τους γέμιζε το μάτι.
-Νάτο πάλι το μγόχεσμα.

Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2021

Ακρογιαλιές Δειλινά | Γιατί στη Σκόπελο η μουσική συμβιώνει με τη ζωή!


Η Σκοπελίτισσα ποιήτρια - συγγραφέας Μάρω Βλαχάκη, ή πιο σωστά η λαϊκή ποιήτρια όπως μας είπε, στο ντοκιμαντέρ ενώνει το χθες με το σήμερα. Αγαπά το ρεμπέτικο γιατί βασίζεται στους κανόνες της παράδοσης, σύμφωνα με τη μουσική της παιδεία, και γιατί όπως και το παραδοσιακό τραγούδι το ρεμπέτικο στηρίζει τη ντοπιολαλιά μας. 

Αναπολώντας τα χρόνια όπου ήταν μικρή θυμάται στη Σκόπελο κλαρίνα, βιολιά, σαντούρια και λαούτα και πάντα μα πάντα ακορντεόν. Μας διευκρινίζει πως πριν τον Γιώργο Ξηντάρη, τον Κώστα Καλαφάτη και τον Νικόλα Σύρο δεν έχει καμία ανάμνηση από μπουζούκια.

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Η χώρα των δακρύων

Δ' Πανελλήνιος
Διαγωνισμός Ποίησης
"Καισάριος Δαπόντες"

Γ' Βραβείο / Αλεξάνδρα Τσιλιμπάρη

Σε φόρεσα όνειρο-παγίδα,
πλεγμένο δίχτυ
που τα οράματα φιλτράρει
στης σκέψης το λαβύρινθο,
πώς να ξεφύγω από σένα,
ανάμνηση
στο φως του φεγγαριού,
ανάγκη απεγνωσμένη,
στην ομίχλη μου
αναζητώ να σ’ αναστήσω.

Μείνε
κι αυτή τη νύχτα,
πώς να γράψω τ’ όνομά σου
στο τετράδιο της μοναξιάς…

Κρυφοκοιτάζω τη βροχή
να λιώνει τα πυρωμένα μου όνειρα
στο χρόνο,
αποτύπωμα παλιάς φωτογραφίας,
εσύ κι εγώ,
άγγελοι με δυο μονά φτερά,
πετούσαμε στο χρόνο.

Αν μείνεις
η μοίρα θα ξεγελαστεί,
ο θάνατος το δρόμο του θα χάσει,
αν γίνεις
όαση στην έρημο των θέλω μου,
τη χώρα των δακρύων θα κομματιάσω
για τη μεγάλη απόδραση.

Αλεξάνδρα Τσιλιμπάρη

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2015

Είμαι ένα κάστρο

Είμαι ένα κάστρο.
Ένα ξεχασμένο ρακένδυτο κάστρο.
Εσείς πού είστε άνθρωποι;
Πόσα γνωρίζετε για μένα και πόσα έχετε μάθει;
Πώς τη σκεπάζετε, πώς τη γιατρεύετε τη γύμνια σας;
Εγώ κολλάω τις σάρκες μου με τα βροχόνερα τα λασπωμένα
να γειαίνουν οι πληγές μου.
Το μυστικό της γιατρειάς, το ’μαθα απ’ τις γιαγιάδες σας, 
που είχα στο σπιτικό μου.
Τότε που βλέπαν τους εχθρούς να τις πετροβολάνε, 
για τους πάρουν τα παιδιά μέσα απ’ την αγκαλιά τους. 
Αυτά που ως τα δέκα τους, βυζαίναν για να ζήσουν.
Για σας μιλάω άνθρωποι. 
Για σας που με τις λάσπες μου γιατρεύατε τα γόνατα, 
απ’ τα πεσίματά σας, στις πέτρινες κρυψώνες μου.
Πού είστε τώρα άνθρωποι;
Πώς πολεμάτε με τα φαντάσματά σας;
Εγώ τους δίνω μια μορφή κι ύστερα τα νικάω.
Το μυστικό πώς να νικώ, το ’μαθα απ’ τους παππούδες σας.
Τότε που ονομάτιζαν κάθε εχθρό και δράκο. 
Κι αυτοί, ίδιοι Αη Γιώργηδες για να σας προστατεύουν.
Για σας μιλάω άνθρωποι.
Πού είν’ το «εμείς» που γένναγε ήρωες ανάμεσά μας ;
Γιατί το θυσιάσατε στου «εγώ» σας το βωμό;
Ποιοι δάσκαλοι θα μάθουνε γράμματα στα παιδιά σας; 
Όσοι απαρνιούνται σήμερα τον ίδιο τον Χριστό;
Σε ποια ιστορία θα πιαστούν, σε ποια δημοκρατία,
άνθρωποι που αφέθηκαν σε τόση αμνησία;
Για σας μιλάω άνθρωποι.
Άνθρωποι που καρφώνετε πειρατικές σημαίες, 
μαύρες σακούλες σκουπιδιών στις ίδιες τις γωνιές, 
εκεί που η σκλαβιά γονάτιζε μανάδες και πατέρες.
Για σας μιλάω άνθρωποι.
Τώρα πώς παίζετε άνθρωποι;
Ποια είναι τα παιχνίδια σας; Οι κλέφτες κι αστυνόμοι; 
Τώρα θαρρώ πως έπαψε να είναι πια παιχνίδι. 
Και από δω μου φαίνεται, στα δυο πως μοιραστήκατε 
και το παιχνίδι, τώρα πια, το ζείτε αληθινά.
Τότε, εδώ πάνω, παίζανε όλοι τους μονιασμένοι. 
Παίζανε σαν κάστανα, μες στα  αγριοβλάσταρα, τρελό κυνηγητό. 
Κι οι νιες τότε γιαγιάδες σας, χρυσοντυμένες μέλισσες, 
στα μυστικά τσεπάκια μου, με γάργαρο το γέλιο, 
παίζανε το κρυφτό.
Πού είστε τώρα άνθρωποι;
Τώρα με τι γελάτε; 
Άκουσα πως χλευάζετε τον πόνο τ’ αλλουνού.
Σηκώστε το κεφάλι σας. Σκυφτοί δεν θ’ αντικρίσετε, τη θεϊκή πυξίδα, 
που δείχνει την ελπίδα.
Για ρίξτε ένα βλέμμα σας, έστω σε μια πανσέληνο, δω πάνω να χαρώ.
Γιατί κι αν με ξεχάσατε και αν μ’ απαρνηθήκατε, 
αχάριστοι μου άνθρωποι, 
εγώ για σας μπορώ, ν’ αγγίζω ουρανό. 
Και με όλα  τα συντρίμμια μου τονε παρακαλώ, 
ποτέ μην έρθει η στιγμή, ποτέ μην έρθει η ώρα, 
που η θάλασσα θα φτάσει ως εδώ.
Θα ’μαι γριά αφρόντιστη κι εγκαταλελειμμένη,
θα ’ χω αγκαλιά ανήμπορη και δε θα σας χωρώ.

Μάρω Βουδούρογλου Βλαχάκη

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

Παλιά γλυκιά στιγμή

Τότε που μοίραζες ακόμα την ψυχή σου σαν παιδί
-Πριν να παγώσουν οι πηγές και τα ποτάμια-
Μου ‘λεγες «σπάσε με τον ώμο σου το θόλο της σιωπής
Πάρε ένα θρύψαλο και σκίσε το μανδύα της ντροπής
Κι άσε το αίμα της να βάψει τα καλάμια»

Κι εγώ που έδενα σφιχτά με της φωνής σου την ηχώ
Τα παιδικά μου μυστικά και τα τραγούδια
Κρυφά σκαρφάλωνα στα σύννεφα τις νύχτες να με δεις
Μπροστά στα μάτια σου ανέμιζα το ρούχο της ψυχής
Και το κρατούσαν, λέει, στις άκρες αγγελούδια…

Ήχος που σπάζει σε κομμάτια τον καθρέφτη του νερού
Τα μάτια σκάβουν χίλια πύρινα ποτάμια
Καρφί στον ώμο, πόνος κόκκινος σα λάμες που τρυπούν
Πολύ ψηλά ειν’ η ντροπή για να τη φτάσω πριν με δουν
Κι είναι το αίμα μου που βάφει τα καλάμια

Ξέρω, δεν έχεις πια καιρό να καρτεράς τις Κυριακές
Μαζί με μια τρελή ξωθιά του πάνω κόσμου
Τώρα τη γη πατάς γερά, δε βλέπεις πια τη συννεφιά
Μα πριν ο ίσκιος σου χαθεί πάνω απ’ τις στέγες των σπιτιών
Τον ήλιο που μου πήρες δωσ’ μου

Παρασκευή Κουτούμπα (Σκιάθος)
A' Βραβείο στον Γ' Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Θυσία

Θέλω να μου μάθεις
πώς κάνει έρωτα τ’ αγριεμένο πέλαγος,
πώς οι θεοί θεούς γεννούν,
τι ψιθυρίζει ο άνεμος στα χώματα
και πώς αγκαλιάζονται τα πουλιά
όταν φοβούνται

Θέλω να μου μάθεις
την αλφαβήτα του κορμιού σου

Να συλλαβίσω τη ζωή από το άλφα θέλω
κι η ηχώ μου τα δάχτυλά σου
να καλέσουν σε ερωτικό χορό…

Κι εγώ να σου δοθώ θυσία
αγέννητη θεά, γυμνή να περπατήσω
στ’ αθάνατο κορμί σου
(γιατί θεός μου είσαι)

κι όταν με την πνοή σου θα με τελειώσεις
μικρή θεά θα γεννηθώ
από τη μήτρα της ψυχής σου


                                                 εκεί
                                                 στου έρωτά μας το έσχατο ωμέγα.

Νόπη Χατζηιγνατιάδου
Β' Βραβείο στον Γ' Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης
"Καισάριος Δαπόντες" (κλικ)

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

Ανθρώπινη πορεία μου…

Με το φιλί του κεραυνού, καρδιά θα σε δαμάσω…
Θα δέσω σε μια κουπαστή, τα αχ σου και τα μη…
Στ’ αστέρια όταν κατάκοπη και με πληγές θα φτάσω…
Να μη σκιαχτώ, μη φοβηθώ, του Ιούδα το φιλί…

Με τα κομμάτια της ψυχής, χορεύω σαλεμένη…
Κι έχω στα πόδια μου φτερά, αστέρια στα μαλλιά…
Αγνάντεψα ανατολή, στη δύση είμαι χαμένη…
Που απόθεσα το είναι μου, μα έφευγε μακριά…

Κι ένα δισάκι στο κορμί, που έπλεξαν για μένα…
Και ξέχασαν τ’ ακάνθινο, στεφάνι στη ραφή…
Και μάτωσα και σκόνταψα, σαν χάλασαν τα φρένα…
Μα πρόκαμα και ρούφηξα το νέκταρ σου ζωή…

Στου πέλαγου το γαλανό, που έκανε το τάμα…
Να μην μ’ αγγίζει κεραυνός, να μη με βρουν πληγές…
Έγινα ένα με το χθες, μερώνοντας το κλάμα…
Που έτρεχε κατόπι μου, σπάζοντας κλειδαριές…

Μεγάλωσα και έμαθα, πως πάντα με κυκλώνουν…
Ό,τι φοβάμαι πιο πολύ, μ’ αγγίζει με ορμή…
Κι αν γράφω τούτη τη στιγμή, για όσα με ματώνουν…
Ξορκίζω τις φοβίες μου, σ’ ένα λευκό χαρτί…

Να γίνουν άνθη λεμονιάς, να ευωδιάσει η μέρα…
Να γίνουν θύελλα βοριάς, τις νύχτες να περνώ…
Να γίνουν μες το άδικο, δικαίου η φοβέρα…
Στην κόλαση ο παράδεισος κι εκεί να σεργιανώ…

Ράπτη Κωνσταντίνα
Γ' Βραβείο στον Γ' Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013

Φωνή Λαού...

Πάλι με κατατάξανε
στους αδρανείς πολίτες
όλοι μου οι συμπολίτες
αυτοί που εμφανίζονται
ως ενεργοί πολίτες
όλοι οι πολυθεσίτες
οι λεχρίτες κυβερνήτες
οι άτεχνοι πολυτεχνίτες
οι κοπρίτες μαλακίτες
οι κριτές με φαβορίτες
οι ενορίτες οι μεσίτες
και οι χρηματοπορδίτες
οι ισοβίτες τραπεζίτες
οι λαμπροί κοσμοπολίτες
οι χοντροί μητροπολίτες
οι παλαιοημερολογίτες
και οι νεοημερολογίτες
της βουλής ψευτοπροφήτες
που φορολογούν σοφίτες
σα πανάκριβες σουίτες
της τιβί οι ψωμοζήτες
γομορίτες σοδομίτες.
Πάλι καταδικάστηκα
να ζω με ερημίτες
που δουλεύουν σα τερμίτες
με πρησμένους φρονιμήτες
που 'χουν μύξες σταλακτίτες
πεντανόστιμες γρανίτες.
Κατατάξτε με βρε αλήτες
μες στους ενεργούς πολίτες
γιατί αλλιώς παλιοκοπρίτες
όπως λεν οι ονειροκρίτες
θα με κλαιν στους μακαρίτες
όλοι οι ενεργοί πολίτες.

Μάρω Βλαχάκη

Πέμπτη 15 Αυγούστου 2013

Σου αξίζει τάχα ο τίτλος "καλλιτέχνη";

Η ερώτηση που κάναμε στην ποιήτρια Μάρω Βουδούρογλου ήταν πεζή, απλοϊκή: Μπορεί κάποιος που αποκαλείται ποιητής να ασκεί βία στην οικογένεια του και να γράφει για την ισότητα των φύλων, είναι δυνατόν μια ποιήτρια να σκαρώνει στίχους για το περιβάλλον και τη φύση και στην καθημερινότητα να πράττει το αντίθετο... Είναι τελικά απαραίτητο η γραφή, η τέχνη να συμβαδίζει με τον τρόπο ζωής του "καλλιτέχνη" ή μήπως δεν χρειάζεται...
Η Μάρω μας απάντησε με τον δικό της τρόπο:
Χάρισμα και χρέος…
«Πιστεύω πως η κληρονομιά του κάθε Καλλιτέχνη και ιδιαίτερα του Ποιητή, αποτελείται κυρίως…
Από διπλάσιο χάρισμα, διπλάσιο χρέος και μία επιλογή.
Με το διπλάσιο χάρισμα, έχει...

Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013

Δεν είμαι πια μαύρο

Β' Πανελλήνιος Ποιητικός Διαγωνισμός
«Καισάριος Δαπόντες» / A' Βραβείο
Ακάνθινα ποτάμια τα μάτια σου.
Δίπλα τους μια αρχαία βουή
-λυγμός από διαμάχη αστεριών-
γονατίζει σαστισμένη από τον θεϊκό νόστο.
Κάτι μεταμφιεσμένες συλλαβές
στηρίζουν μια πλεξίδα από σιτάρι.
Θυμίζουν ιερό υμέναιο.
Πύλινη μοίρα χυμένη σε κεριά
από καταιγίδα αγγέλων.
Ξετυλίγουν μαζί μου κρυψώνες και ανατολές.
Μια ζάλη γέννας με κυκλώνει.
Ο κύκνος βάφεται μπλε.
Τίποτα δεν έσβησε.
Την επόμενη ώρα μετακινούμαι
στο λόφο που εκχέει έρωτα
και πλένεται με πορφύρα ο εσπερινός.
Η απόσταση μεταξύ μας,
περγαμηνές ενός χρόνου
που ξεριζώνει φεγγίσματα
και αναχωρητές.
Οι σπόροι των νερών τρέφουν
την αντήχηση της άμμου.
Τα σώματά μου, με νυφικό
από του πόθου κοχύλι,
καρπίζουν στο άυλο,
επιστρέφουν στους αιώνιους
βολβούς τους,
ύστερα αναθρώσκουν
ανεμίζοντας μια μπλε φτερούγα
για καπέλο.
Δεν είμαι πια μαύρο.
Ούτε αρμύρα σε επιτύμβια στήλη.
Μαίρη Μαυρωνά

Παρασκευή 2 Αυγούστου 2013

"Grande Peur" (Μέγας Φόβος)

Β' Πανελλήνιος Ποιητικός Διαγωνισμός «Καισάριος Δαπόντες» (κλικ) / Έπαινος

Φοβάμαι...
...νύχτωσε...
και ο Ψαράς ταξιδεύει πάλι στη θάλασσα,
κουνώ τα κουπιά
και μαζί φτιάχνουμε χάρτινα καραβάκια
με εφημερίδες αντίκων...
τα αφήνουμε να κοιμηθούν στη θάλασσα
μα έρχονται οι Μέδουσες και τα βυθίζουν...
...και τότε κλαίω...
κλαίω και τα ψάρια με κοιτούν
πίσω από τα γυάλινα μάτια τους...

η θάλασσα γέμισε βυθισμένα καραβάκια
που αργοπεθαίνουν στάζοντας αίμα στα μαργαριτάρια
του βυθού...
έγινα μια χάρτινη ψυχή,
μια χάρτινη καρδιά που πεθαίνει
περισσότερο
όταν χτυπά...
(Μητέρα, αγκάλιασε τα κομμάτια Σου...)

φυσά ο άνεμος, τρέχουν οι λέξεις.
Μια θυσία:
Κολλώ τη σάρκα μου στη βάρκα
και κόβω με το κώνειο τον εαυτό μου,
το χάρτινο εαυτό μου,
τη χάρτινη ψυχή μου...
ένας ακόμη χαρτοπόλεμος
που βουίζει στον άνεμο ξυπνώντας
τη θάλασσα...

Θυμηθείτε...

Νεκταρία Μαραγιάννη

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Επιτάφιος Νους

Β' Πανελλήνιος Ποιητικός Διαγωνισμός «Καισάριος Δαπόντες» (κλικ) / Έπαινος

Χρυσόδετο το χρονικό στον εαυτό μου έταξα,
μα έκλεισαν τα μάτια μου απ' των βαρβάρων τον κονιορτό.

Κι εσείς, βιαστικοί, χρόνο δε βρίσκετε για να κοντοσταθείτε.
Θαρρώ νομίζετε πως δεν κατέχω «αδρομέρεια» τι θα πει.
Κι όμως...
Μ' έμαθαν να λακωνίζω γιατί είν'το στόμα μου στυφό.
Ξερόβρυση-ξεροπήγαδο-ξεροπόταμος στο ξερονήσι του πνεύματος.
Κι έτσι όπως κατάντησα, αόμματος οραματιστής κι αόρατος εθελοντής σας λέω:

τι δημεγέρτης-τι δημοκόπος
τι λογοκρισία-τι λογοκλοπία
τι καιροφυλακτώ-τι καιροσκοπώ

Σ'αυτό το τρισάθλιο και τρισκατάρατο χρονικό της εξομοίωσης,
το χρηστό συναντά το κακόηθες ακριβώς στου δρόμου τα μισά,
στο στάσιμο ουδέτερο κι όμως σχεδόν καθολικά αποδεκτό. 
Κι είναι αυτή η απόλυτη ομοιογένεια και ουδετερότητα
που καθησυχάζει τους μη προικισμένους
κι ευνουχίζει τους προοδολάτρεις.
Κι όλο φουρτουνιάζομαι και πνίγομαι απ'την επιθυμία
την τελευταία- ίσως -επιθυμία:

να λιγνεύσω τα όνειρα
να λιανίσω τα ιδανικά
να λοιδωρήσω τα θεία
να λιθοστρώσω έτσι το άδοξο πεπρωμένο μου στο σκοτάδι
που με έριξαν και ρίχτηκα.

Σου λέω:
Τι κι αν πασχίζεις να μπλετίσουνε τα μάτια μου...
Δεν έχει για μένα ουρανό.
Μου 'παν κάποιοι κάποτε πως τα οράματα πεθαίνουν όταν οι βάρβαροι αλυσοδέσουν τον οραματιστή.
Εθελούσια κωφεύω.
Επιτάφιος Νους.
Αποδεκατίζομαι.

Χριστίνα Σιζοπούλου

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Η γιατρειά μιας πληγής

Β' Πανελλήνιος Ποιητικός Διαγωνισμός 
«Καισάριος Δαπόντες» (κλικ) / Β' Βραβείο
Μυριάδες ροδοπέταλα καρδιά θα σε φιλέψω…
Θα στρώσω φως στο διάβα σου τ’ αστέρια τ’ ουρανού…
Σε μια ρωγμή του φεγγαριού θα βγω να δραπετεύσω…
Θα γίνω σώμα άυλο και σπίθα κεραυνού…
Σ’ ένα σταθμό πικρού φιλιού που έζησα στο τώρα…
Και στάλαξα τα δάκρυα σ’ ολόλευκο πανί…
Σε τοίχο πάντα έπεφτα σαν έτρεχα με φόρα…
Στου παραδείσου νόμιζα το πιο όμορφο στρατί…
Μάζευα τα κομμάτια μου και πάλι ξεστρατούσα…
Να πολεμήσω το θεριό που μέσα μου αλυχτά…
Κι απόθετα στο διάβα μου τα άνθη που κρατούσα…
Αντίδωρο στα όνειρα που έφευγαν μακριά…
Το τίμημα της μοναξιάς στης θάλασσας το κύμα…
Που ρίχνει τις σταγόνες του σε κάθε μου πληγή…
Αλμύρα χρυσοκέντητη στου φόβου μου τη γύμνια…
Πάρε την κάθε Δύση μου και φέρε Ανατολή…
Να βρω στο βαθυγάλαζο του πέλαγου γοργόνα…
Του Μέγα Αλέξανδρου κυρά σε άλλες εποχές…
Και να ξεθάψω απ’ το βυθό βασιλική κορώνα…
Να μαρτυρά πως άνοιξαν παλιές περγαμηνές…
Σε μια απόμερη κορφή τα λόγια θα σκαλίσω…
Που γράφτηκαν σαν άλλοτε και γέμισαν ρωγμές…
Κι όταν σε μια άλλη εποχή σε ξανασυναντήσω…
Θα σου γιατρέψω στ’ αύριο σημερινές πληγές…

Ράπτη Κωνσταντίνα

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Άγιος ουρανός


Σου το 'χα πει…

Η τηλεόραση μανούλα μου σκοτώνει
όταν τα χρώματα
σκεπάζει μαύρη σκόνη.

Μα θα σου πω…

Το ουράνιο τόξο ετούτου του πελάγου,
μάνα· φωτίζει ένα ολόκληρο λαό
και το σκοτάδι κάθε τσαρλατάνου μάγου
δεν φοβερίζει αυτόν τον άγιο ουρανό.

Σου το 'χα πει…

Η τηλεόραση μανούλα μου σκοτώνει
κατακαλόκαιρο
σα βλέπεις μόνο χιόνι.

Μα θα σου πω…

Δημοκρατία μα… αυτή μάνα μου μοιάζει
με θυμωμένη και κακότροπη γριά
που τα παιδιά της γειτονιάς δε τα τρομάζει
με κακομούτσουνα και κωμικά θεριά.

Σου το 'χα πει…

και θα στο πω μάνα ξανά…
Όσο κι αν σβήνουν της ελπίδας τα κεριά,
φέγγει του άγιου ουρανού η ξαστεριά.
Μάρω Βουδούρογλου